- βερμπαλισμός
- οη xρήση λέξεων, φράσεων και ρητορικών σχημάτων στο λόγο, ο οποίος είναι όμως κενός νοήματος και μεγαλόστομος: Ο βερμπαλισμός των πολιτικών είναι παροιμιώδης.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.